ῥαπάνιον

ῥαπάνιον
ῥαπάνιον,
A = ῥαφ-, UPZ89.15 (ii B.C.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ραπάνι — το / ῥαπάνιον, ΝΜΑ βλ. ρεπάνι …   Dictionary of Greek

  • ρεπάνι — και ραπάνι, το / ῥαπάνιον, ΝΜΑ, και ῥεπάνιν Μ βοτ. κοινή, σήμερα, ονομασία τού μονοετούς ή διετούς φυτού Raphanus sativus τού γένους ράφανος, τής οικογένειας βρασσικίδες, το οποίο καλλιεργείται για τη σαρκώδη εδώδιμη ρίζα του, αλλ. ρεπανάκι.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”